Τα παιδία δεν παίζει
Τα αφήνουμε να χαρούν τα παιδικά τους χρόνια ανέμελα, με παιχνίδια, κέφι και γελάκια ή τα ωθούμε σε μια πρώιμη ωριμότητα, υπερήφανοι;
Υπάρχουν συνέπειες άραγε;
Ο Δημήτρης Κούκης [παιδοψυχολόγος (BA, MSc) - ψυχοθεραπευτής] αναλύει:
«Κάθε παιδί είναι ένας καλλιτέχνης. Το πρόβλημα είναι να παραμείνεις ένας καλλιτέχνης, όταν μεγαλώσεις» (Pablo Picasso)
Βασικό γνώρισμα της σύγχρονης εποχής αποτελεί η αυτοματοποίηση και η ταχύτητα. Ο ρυθμός της ζωής κινείται με κεκτημένη ταχύτητα, με άμεσο αποτέλεσμα ο ελεύθερος χρόνος των ανθρώπων, αντί να αυξάνει, τελικώς να μειώνεται. Όλοι βιαζόμαστε κάπου να φτάσουμε και η καθημερινότητα γίνεται τόσο πιεστική που δύσκολα παρέχει ικανοποίηση και χαρά. Κι αυτό οδηγεί σε πολλαπλές ματαιώσεις, μία από τις οποίες είναι και η απώλεια της παιδικότητας στην παιδική ηλικία.
Τα παιδιά σήμερα μοιάζουν να προσπαθούν από τους πρώτους μήνες της ζωής τους να ωριμάσουν πρόωρα.
- Οποιοδήποτε αναπτυξιακό στάδιο της παιδικής ηλικίας κατακτηθεί νωρίτερα αποτελεί τρανή απόδειξη ευφυΐας για το παιδί και καμάρι για τους γονείς, οι οποίοι βιάζονται να μεγαλώσουν και να ωριμάσουν νωρίτερα τα παιδιά τους.
Τα παιχνίδια της προσχολικής ηλικίας, για παράδειγμα, αποτελούν πιστές απομιμήσεις αντικειμένων της ενήλικης ζωής (μικρογραφίες εργαλείων, μαγειρικών σκευών – οχημάτων των ενηλίκων).
Πριν την εισαγωγή των παιδιών στην Α΄ Δημοτικού, τα περισσότερα γνωρίζουν να γράφουν γράμματα της αλφαβήτας και αριθμούς ή και να συλλαβίζουν.
Και πριν ολοκληρωθεί η βασική εκπαίδευση των έξι τάξεων του Δημοτικού, οι μαθητές καταλήγουν να εργάζονται περισσότερες ώρες από τους γονείς τους.
Το παιδικό παιγνίδι και τραγούδι, ο αυτοσχεδιασμός, η συναναστροφή με τους συνομηλίκους, ο ελεύθερος χρόνος, η ανεμελιά και το κέφι των μικρών παιδιών τείνουν να περιοριστούν σε μεγάλο βαθμό.
Tα παιδιά της χαράς και της ζωής καταλήγουν παιδιά του καθήκοντος. Η γκρίνια αντικαθιστά την απόλαυση και η κούραση τη ζωντάνια.
Ο προσωπικός ελεύθερος χρόνος αποτελεί πολυτέλεια για τους νέους ανθρώπους, οι οποίοι
- δεν μαθαίνουν να σχετίζονται μεταξύ τους,
- να ερωτεύονται τη μάθηση,
- τη γνώση, τη φύση, δεν αγαπούν το σχολείο και το βιβλίο.
- Η δημιουργικότητα και η φαντασία κρύβονται πίσω από τη στεγνή διεκπεραίωση καθημερινών υποχρεώσεων, οι οποίες όλες αποσκοπούν σε κάποιο συγκεκριμένο «ενήλικο» στόχο.
Όσο η ταχύτητα γίνεται το ζητούμενο στην εποχή μας, τόσο η παιδικότητα εξαφανίζεται από την παιδική ηλικία.
Κι ο κόσμος των ενηλίκων δείχνει να μη σέβεται καθόλου, ούτε καν να αντιλαμβάνεται την παιδικότητα των παιδιών, η οποία τελικά δεν είναι τίποτα άλλο, παρά μία αποκλειστικά ευχαριστιακή στάση απέναντι στη ζωή.
Τι μπορεί να συμβαίνει όμως στα παιδιά που μεγαλώνουν χωρίς παιδικότητα;
Όταν αυτά γίνονται γονείς, επενδύουν πολλές προσδοκίες για οικογενειακή χαρά και ευτυχία στα παιδιά τους. Περιμένουν από αυτά, καθώς αναπτύσσονται, να ικανοποιήσουν τις δικές τους βαθύτερες επιθυμίες και όνειρά.
Παιδικές ματαιώσεις των ενηλίκων μεταμορφώνονται σε αγωνιώδεις προσδοκίες προς την επόμενη γενιά. Συνεπώς καλούνται τα παιδιά να φροντίσουν τους γονείς κι όχι το αντίστροφο, όπως θα ήταν αναμενόμενο.
Το επονομαζόμενο «σύνδρομο του καλού παιδιού» ταλαιπωρεί την παιδική ψυχή και καταστρέφει την χαρά της παιδικότητας.
- Από πολύ νωρίς καλείται ο νέος άνθρωπος να επιλέξει ανάμεσα στο ρόλο του καλού παιδιού ή στον πραγματικό του εαυτό.
- Επιλέγει συνήθως να καλύψει τις ανάγκες και τις επιθυμίες των γονιών, που τόσο πολύ αγαπάει.
- Και ασφαλώς παραμερίζει τα δικά του «θέλω», τη δική του ευχαρίστηση και απόλαυση.
- Αν αρνηθεί να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του ρόλου του, παύει να είναι αποδεκτός, δε λαμβάνει ανατροφοδότηση κι ενίσχυση για τίποτα, καταπιέζεται συναισθηματικά, λόγω μίας αθόρυβης απόρριψης.
- Δίχως να είναι στο ελάχιστο ελεύθερη επιλογή του, καταλήγει να φροντίζει κι όχι να φροντίζεται.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα στην ενήλικη ζωή του να εξακολουθεί να επιζητά απεγνωσμένα φροντίδα, με παιδικό ωστόσο τρόπο, ναρκισσιστικά και άγαρμπα.
- Παραμένει στις σχέσεις του με μία παιδική στάση απέναντι στην αγάπη και την επιβεβαίωση της αγάπης.
- Έχει βιώσει έντονες ματαιώσεις από τις χαμένες προσδοκίες του στο παρελθόν και δε μπορεί να τις επεξεργαστεί με τρόπο λειτουργικό.
- Αναβιώνει συνεχώς όλες τις παιδικές απογοητεύσεις κι επειδή δε μπορεί να αναζητήσει νέους τρόπους συναλλαγής, προκαλεί πλέον πόνο στη συντροφική σχέση του ή στα δικά του παιδιά.
- Δε φροντίστηκε και δε μπορεί να φροντίσει.
- Παραιτείται από τη χαρά της προσφοράς αγάπης και ευχαρίστησης.
Ενώ, λοιπόν, η απώλεια της παιδικότητας επιφανειακά δείχνει ότι υπερωριμάζει τα παιδιά, τελικώς τα αφήνει ανώριμα στην ενήλικη ζωή τους.
Το γεγονός ότι οι νέοι άνθρωποι είναι φορτωμένοι με πολλές ευθύνες από πολύ νωρίς, δε σημαίνει κι ότι κατακτούν αναπτυξιακά και την ωριμότητα.
Οι νέοι δε μοιράζονται χρόνο με τους γονείς και την οικογένεια τους και δεν αναπτύσσουν λειτουργικές κι επαρκείς διαπροσωπικές σχέσεις.
Στερούνται έτσι ενός βασικού συναισθηματικού στηρίγματος για την ωρίμανσή τους.
Η έλλειψη ελεύθερου χρόνου δεν παρέχει τη δυνατότητα προσωπικών αναζητήσεων.
Τα παιδιά έχουν ανάγκη άφθονου ελεύθερου χρόνου, να παίξουν, να αυτοσχεδιάσουν, να δοκιμάσουν δεξιότητες και να εξασκήσουν ταλέντα, να συναναστραφούν με φίλους, να συζητήσουν, να εκτονώσουν κι εξωτερικεύσουν δυναμικά, να έρθουν σε επαφή και να αφομοιώσουν ποικίλα ερεθίσματα.
Μέσα από τέτοιες διεργασίες καλλιεργείται η γνώση και κατακτιέται αναπτυξιακά η ωρίμανση.
Τα παιδιά σήμερα βιάζονται να μεγαλώσουν, όχι γιατί ωριμάζουν νωρίτερα, αλλά γιατί θέλουν να είναι ελεύθερα να κάνουν ό,τι θέλουν.
Κι ενώ οι γονείς βιάζονται να δουν τα παιδιά τους «μεγάλα», έστω και μέσα από διαδικασίες που τελικά τα καθηλώνουν σε διαρκή ανωριμότητα, από την άλλη, προσπαθούν, ώστε αυτά να μη στεναχωρηθούν ή ζοριστούν.
Επαναλαμβάνουν συστηματικά την επιταγή «μη μου στεναχωριέσαι» στους νέους, φροντίζουν για αυτούς, πριν από αυτούς, δεν τους χαλούν χατίρι, τους παρέχουν όλο και πιο πολλά υλικά αγαθά, τείνουν να απορροφούν και κρύβουν την ενδεχόμενη οικογενειακή θλίψη, σπεύδουν να βρουν οι ίδιοι τη λύση των νεανικών προβλημάτων.
Οι γονείς εκπαιδεύουν με τον τρόπο αυτό τα παιδιά σε μία ψεύτικη αίσθηση προσωπικής αδυναμίας κι ανωριμότητας.
Συναισθήματα, όπως αυτά του πόνου, της θλίψης, της απελπισίας, της στεναχώριας μοιάζουν απαγορευμένα στη ζωή και τείνουν να αποτελούν ένδειξη αδυναμίας.
Σε συναισθηματικό επίπεδο τα παιδιά καλούνται τελικώς να μην αισθάνονται, προκειμένου να μην λυγίσουν ή πονέσουν.
Η «γυάλα της ευτυχίας», που μέσα της τοποθετούν οι γονείς τα μικρά παιδιά, για να μην πονέσουν ή πληγωθούν και η προσπάθεια κουκουλώματος της θλίψης είναι βαθύτατα απελπιστική και καταστροφική διαδικασία.
Η αγωνιώδης γονεϊκή επίκληση «μη στεναχωριέσαι» απευθύνεται σε εκείνον που την διατυπώνει.
Στην πραγματικότητα λέγεται: «μη στεναχωριέσαι, πέρνα καλά, γιατί δεν αντέχω δυσάρεστες καταστάσεις».
Με τον τρόπο αυτό τα παιδιά αναπτύσσονται με υπερπροστασία και άγχος, διδάσκονται να κρύβουν ή να αρνούνται τη θλίψη και τον πόνο στη ζωή, καθηλώνονται σε ανώριμες σχέσεις και επιζητούν μάταια φροντίδα. Κι άρα, κι αυτή η ψεύτικη επιταγή της εποχής του «don’t worry, be happy”καταλήγει και αυτή να συμβάλει στην ενήλικη ανωριμότητα των νέων.
Και εν τέλει, το αποτέλεσμα συχνά είναι το αντίθετο, αφού με όλα τα παραπάνω συνδέεται και η καταθλιπτική διάθεση σε παιδιά κι εφήβους, η οποία αυξάνεται με ρυθμό μεταδιδόμενης νόσου.
Οι νέοι δυσκολεύονται να αντλήσουν ικανοποίηση από την καθημερινή τους ζωή.
Νιώθουν κουρασμένοι, γκρινιάζουν έντονα, εκφράζουν δυσθυμία και διασκεδάζουν με τρόπο ψυχαναγκαστικό και τραγικά μοναχικό.
Δε μπορούν εύκολα να χαρούν και δείχνουν να απολαμβάνουν δραστηριότητες με έντονο το στοιχείο της αυτοκαταστροφικότητας.
Η στέρηση της χαράς και της απόλαυσης τείνει να αποτελέσει αφόρητη πραγματικότητα, ενώ η απογοήτευση και η μελαγχολία αποκτούν νόημα και αξία στις νεανικές καρδιές.
Από τη μία, λοιπόν, οι γονείς βιάζονται να ενηλικιωθούν τα παιδιά τους, από την άλλη τα καθηλώνουν σε διαρκή ανωριμότητα. Μέσα σ αυτή την διαδικασία αν κάτι χάνεται είναι η παιδικότητα.
Οι επισημάνσεις αυτές ωστόσο δεν αποσκοπούν να ενοχοποιήσουν, ούτε τους γονείς, ούτε τον σύγχρονο τρόπο ζωής. Αντίθετα, διατυπώνουν ορισμένες σκέψεις που ίσως μας βοηθήσουν να πάρουμε μία απόσταση από την ταχύτητα με την οποία βιώνουμε και τελικά κατασκευάζουμε την καθημερινότητά μας και τις σχέσεις μας μέσα σε αυτήν.
Η παιδικότητα διώκεται, γιατί δεν είναι τίποτα άλλο από μία αποκλειστικά ευχαριστιακή στάση απέναντι στη ζωή και ως τέτοια δεν χωράει στον τρόπο ζωής μας.
Ίσως τελικά, γι αυτόν ακριβώς τον λόγο, μία ευχαριστιακή αντίληψη του εαυτού μας, της συντροφικής μας σχέσης, των παιδιών μας, του κόσμου συνολικά ενδέχεται να είναι και η απάντηση στους παραπάνω προβληματισμούς.
Στον καθημερινό μας αγώνα δρόμου καλούμαστε για λίγο
- να σταματήσουμε και να αναζητήσουμε, ως ενήλικες, την παιδικότητα μέσα μας. Ο καθένας και η καθεμία ξεχωριστά.
- Να (επανα)φέρουμε στην καθημερινότητα, με τους γοργούς της ρυθμούς, τη χαρά, τη ζωντάνια, το κέφι, τη φαντασία και την έμπνευση της παιδικής ηλικίας.
- Να μη μιλάμε για κούραση και για υποχρεώσεις, αλλά για δημιουργία και όνειρα.
- Να φροντίσουμε τη ζωή μας και τη σχέση μας.
- Να τολμήσουμε να ακούσουμε τις επιθυμίες μας, δίχως αυτές να μας τρομάζουν.
- Να μην φοβόμαστε μόνο, αλλά να αντικρίσουμε την οικονομική κρίση, τη φθορά του χρόνου, τις δυσκολίες, τον κόπο, ως στάδια και εφόδια πολύτιμα για την προσωπική μας ολοκλήρωση και διεργασία προς την ωρίμανση και την εξέλιξη, τις οποίες τελικά μονάχα εμείς ορίζουμε.
γράφει: Δημήτρης Κούκης, παιδοψυχολόγος (BA, MSc) - ψυχοθεραπευτής